Μια εξέταση αίματος μπορεί να μειώσει στο μισό τον αριθμό των ανθρώπων που εισάγονται στο νοσοκομείο με υποψία εμφράγματος, υποστηρίζουν Σκοτσέζοι ερευνητές.
Επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου σχεδίασε μια εξέταση που αναζητά μια συγκεκριμένη χημική ουσία στο αίμα, με στόχο να μειώσουν το συναισθηματικό φορτίο για τους ασθενείς, να εξοικονομήσουν πόρους και να μειώσουν τον φόρτο εργασίας στα νοσοκομεία.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία που αφορούσαν σε 6.304 ασθενείς που είχαν εισαχθεί σε νοσοκομεία της Σκοτίας και των ΗΠΑ, και απέδειξαν ότι μπορεί να είναι 99,6% ακριβές ως προς το ορθό αποτέλεσμα.
Εκατομμύρια άτομα, παγκοσμίως, σπεύδουν στα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων με οξύ πόνο στο στήθος και υποψία εμφράγματος. Συνήθως, το πρωτόκολλο αντιμετώπισης του περιστατικού περιλαμβάνει έλεγχο των επιπέδων της τροπονίνης στο αίμα, μια χημική ουσία που εκκρίνεται από τον καρδιακό μυ όταν αυτός έχει υποστεί βλάβη. Τα επίπεδα της τροπονίνης ελέγχονται κατά την εισαγωγή και πάλι μετά από 12 ώρες.
Οι Σκοτσέζοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η νέα αιματολογική εξέταση μπορεί να γλιτώσει τον ασθενή από την 12ωρη αναμονή και το στρες που προκαλεί η υποψία εμφράγματος. Αυτό επιτυγχάνεται καθώς το τεστ ανιχνεύει την τροπονίνη σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από τις υπάρχουσες αιματολογικές τεχνικές ανάλυσης και μάλιστα δεν χρειάζεται να επαναληφθεί. Έτσι, οι ασθενείς δε χρειάζεται να υποβληθούν σε διπλή εξέταση τροπονίνης.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η νέα αιματολογική εξέταση μπορεί να συντελέσει στην ταχύτερη έξοδο από το νοσοκομείο έως και κατά δύο τρίτα περισσότερων ασθενών.