Με τα εμφράγματα κυριολεκτικά να «θερίζουν», όλοι συμφωνούν ότι η υγεία της καρδιάς είναι πρωταρχικής σημασίας.
Ευτυχώς, χάρη στην πρόοδο της επιστήμης, πολλές φορές οι ασθενείς σώζονται και βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα νέα stents. Όπως είπε σε συνέντευξη τύπου, με αφορμή το 35ο Πανελλήνιο Καρδιολογικό Συνέδριο που έγινε στην Αθήνα, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρίας (ΕΚΕ) Ι. Καλλικάζαρος, οι νεότερες ουσίες που καλύπτουν τα νεότερης γενιάς DES stents, καθώς και η μείωση του πάχους του πλέγματός τους μείωσαν σημαντικά τα ποσοστά της επαναστένωσης, χωρίς, ωστόσο, να την εξαλείψουν. «Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν τα λεγόμενα βιοαποροφούμενα stents, στα οποία, τόσο το πολυμερές, όσο και το πάχος του πλέγματός τους, δεν προδιαθέτουν για θρόμβωση, εξασφαλίζοντας, όμως, ανοικτό το αγγείο, παρά την πλήρη απορρόφησή τους, μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα».
Σύμφωνα με το neadiatrofis.gr, στο Συνέδριο έγινε εκτενής αναφορά και στη διαρκή επέκταση της χρήσης διαδερμικής εμφύτευσης αορτικής βαλβίδος, σε ασθενείς με σοβαρού βαθμού στένωση αορτικής βαλβίδος. Ένας στους 3 ασθενείς ηλικίας μεγαλύτερης των 75 ετών με σοβαρή συμπτωματική στένωση αορτής δεν υποβάλλεται σε χειρουργική αντικατάσταση της βαλβίδας, παρά το ότι αυτό αποτελεί τη μόνη θεραπεία. Η κύρια αιτία, για την οποία η χειρουργική επέμβαση δεν πραγματοποιείται, είναι ο υψηλός χειρουργικός κίνδυνος, λόγω του ότι αυτοί οι ασθενείς αντιμετωπίζουν παράλληλα κι άλλα προβλήματα υγείας. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην επινόηση νέων διαδερμικών μεθόδων και τεχνικών, που να επιτρέπουν την αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας ενδοαγγειακά, χωρίς τη διενέργεια χειρουργικής θωρακοτομής, σε αυτούς, ακριβώς, τους ασθενείς.
Από το 2007, οπότε εφαρμόσθηκε κλινικά η πρώτη διαδερμική εμφύτευση αορτικής βαλβίδας, ο αριθμός των ασθενών που θεραπεύεται με αυτή τη μέθοδο αυξάνεται διαρκώς. Στη χώρα μας πραγματοποιείται από την έναρξη της εφαρμογής της μεθόδου αυτή η πρωτοποριακή επέμβαση με απόλυτη επιτυχία σε διάφορα Κέντρα. Επιτυγχάνει μείωση των θανάτων έως και 26%, συγκριτικά με την συντηρητική αντιμετώπιση του προβλήματος και παράλληλα βελτιώνει την ποιότητα ζωής.
Πηγή : eReportaz