Το φαινόμενο έχει ερευνηθεί εκτεταμένα τα τελευταία χρόνια από ψυχολογική και νευροφυσιολογική σκοπιά. Η εξήγηση που δίνεται είναι ότι πιθανότατα πρόκειται για μία ανωμαλία της μνήμης. Συγκεκριμένα ο εγκέφαλος εσφαλμένα “πιστεύει” οτι έχει καταγεγραμμένη μία εμπειρία, ενώ δεν την έχει. Η εξήγηση αυτή στηρίζεται από το γεγονός ότι μπορεί μεν το άτομο να πιστεύει οτι η εμπειρία του έχει ξανασυμβεί, αλλά δεν είναι σε θέση να ανακαλέσει τη χρονική στιγμή ή τις συνθήκες.
Άλλη μια εξήγηση αναφέρεται στην οπτική καθυστέρηση, δηλαδή πως υπάρχει μια καθυστέρηση στη μεταφορά του οπτικού ερεθίσματος από το ένα μάτι στον εγκέφαλο σε σχέση με το άλλο μάτι. Η θεωρία όμως αυτή απορρίφθηκε όταν καταγράφηκαν εμπειρίες προμνησίας και από τυφλούς ανθρώπους.
Έρευνες έχουν δείξει συσχέτιση της προμνησίας με διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια και η επιληψία. Οι σχέσεις αυτές σύμφωνα με ορισμένους επιστήμονες υπονοούν ότι το φαινόμενο είναι μία νευρολογική διαταραχή στα ηλεκτρικά φορτία του εγκεφάλου, διαταραχή που φυσικά δεν είναι απαραίτητο να είναι σοβαρή αφού είναι αρκετά συνηθισμένη και καθημερινή σε πολλούς υγιείς ανθρώπους.