Τη σημασία της διατήρησης της υγείας των γυναικών και ιδιαίτερα της υγείας των νεφρών τους σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, ανέδειξε το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας, (ΕΝΕ), στη Συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018, στην Αίγλη Ζαππείου στην Αθήνα, στο πλαίσιο του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Νεφρού 2018. Σχετικές εισηγήσεις έκαναν η Πρόεδρος της ΕΝΕ, Καθηγήτρια Νεφρολογίας και Διευθύντρια Νεφρολογικής Κλινικής ΑΠΘ, κυρία Αικατερίνη Παπαγιάννη, ο Αντιπρόεδρος της ΕΝΕ, Συντονιστής Διευθυντής ΕΣΥ, κύριος Θεοφάνης Αποστόλου και ο Γενικός Γραμματέας της ΕΝΕ, Συντονιστής Διευθυντής ΕΣΥ, κύριος Γεράσιμος Μπαμίχας.
Στόχος της Παγκόσμιας Ημέρας Νεφρού, η οποία εορτάζεται από το 2006 κάθε χρόνο τη δεύτερη Πέμπτη του Μαρτίου, είναι η κινητοποίηση και ευαισθητοποίηση της ιατρικής κοινότητας, των αρμόδιων αρχών και του κοινού για την πρόληψη των νεφρικών νοσημάτων και την προαγωγή της υγείας των νεφρών. Η εκστρατεία είναι κοινή πρωτοβουλία της Διεθνούς Νεφρολογικής Εταιρείας (International Society of Nephrology, ISN) και της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Ιδρυμάτων Νεφρού (International Federation of Kidney Foundations, IFKF). Στην Ελλάδα, η εκστρατεία υποστηρίζεται από την Ελληνική Νεφρολογική Εταιρεία, η οποία συνεργάζεται με τους παραπάνω Διεθνείς Οργανισμούς και επαγγελματίες υγείας, οργανώνοντας δράσεις ενημέρωσης σχετικά με τα νεφρικά νοσήματα. Με τη φράση «Νεφροί και υγεία των Γυναικών-Συμπεριλάβετε, δώστε αξία, ενισχύστε», η καμπάνια φέτος επικεντρώνεται στη σχέση των νεφρών με την υγεία των γυναικών, τιμώντας τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας που συμπίπτει την ίδια ημέρα.
Κατά τη διάρκεια της Συνέντευξης Τύπου, παρουσιάστηκαν μελέτες που προέρχονται από τις ΗΠΑ, αλλά και την Ευρώπη, σύμφωνα με τις οποίες περίπου το 8-10% του ενήλικου πληθυσμού ανά την υφήλιο πάσχει από κάποιου βαθμού Χρόνια Νεφρική Νόσο (ΧΝΝ). Η συχνότητα της νόσου αυξάνεται με την πάροδο της ηλικίας, ενώ ακόμη, η βαρύτητά της ποικίλλει. Έτσι, αρκετά σοβαρά προβλήματα από τους νεφρούς εμφανίζει περίπου το 10% του πληθυσμού των ασθενών με Χρόνια Νεφρική Νόσο, ενώ το 10% των παραπάνω ασθενών πάσχει από Χρόνια Νεφρική Νόσο Τελικού Σταδίου και για να επιβιώσουν, υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση με τεχνητό νεφρό ή περιτοναϊκή κάθαρση ή/και μεταμόσχευση νεφρού. Η κατάσταση αυτή σχετίζεται με εμφάνιση επιπλοκών από πολλά όργανα και ιδιαίτερα από την καρδιά, τα αγγεία και τα οστά και κοστίζει στην παγκόσμια κοινότητα κάθε χρόνο χιλιάδες νεκρούς και δισεκατομμύρια ευρώ, λόγω της ιδιαίτερα υψηλής νοσηρότητας και θνητότητας των ασθενών με ΧΝΝ Τελικού Σταδίου και του υψηλού κόστους της εξωνεφρικής κάθαρσης (αιμοκάθαρση, περιτοναϊκή κάθαρση) και των φαρμάκων που χορηγούνται για την αντιμετώπιση των επιπλοκών της νόσου. Επιπλέον, μελέτες έδειξαν ότι ο αριθμός των ατόμων ανά την υφήλιο που πάσχουν από ΧΝΝ αυξάνεται συνεχώς και ότι αναμένεται το έτος 2030 ο αριθμός των ατόμων που θα πάσχουν από ΧΝΝ Τελικού Σταδίου και θα υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση να φθάσει τα 5,4 εκατομμύρια, όντας περίπου διπλάσιος από τον αριθμό τους το 2010.
Όπως σημείωσε η κυρία Παπαγιάννη: «Η Χρόνια Νεφρική Νόσος (ΧΝΝ), η οποία μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα κάθε ηλικίας και εθνότητας, αποτελεί μια κατάσταση κατά την οποία συμβαίνει βαθμιαία απώλεια της νεφρικής λειτουργίας, που συνήθως επηρεάζει και τους δύο νεφρούς. Οι νεφροί επιτελούν πολλές και σημαντικές λειτουργίες του οργανισμού μας. Αποβάλλουν τοξικά προϊόντα του μεταβολισμού και την περίσσεια νερού, ρυθμίζουν την ισορροπία των χημικών στοιχείων του σώματος, συμμετέχουν στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, διατηρούν υγιή τα οστά και την καρδιά και βοηθούν στην παραγωγή αίματος (ερυθρών αιμοσφαιρίων). Όταν η νεφρική λειτουργία μειωθεί κάτω από ένα επίπεδο, εμφανίζεται νεφρική ανεπάρκεια, πράγμα που έχει ως συνέπεια την εμφάνιση επιπλοκών από όλα σχεδόν τα όργανα και συστήματα του οργανισμού. Πρόκειται για μια κατάσταση απειλητική για τη ζωή του ασθενούς, η οποία απαιτεί άμεση αντιμετώπιση. Σε αρχικό στάδιο, τα συμπτώματα της ΧΝΝ δεν γίνονται αντιληπτά. Είναι δυνατόν, κάποιος να χάσει μέχρι και το 90% της νεφρικής του λειτουργίας και να μην εμφανίζει συμπτώματα! Η έγκαιρη λοιπόν διάγνωση της νόσου είναι κρίσιμη, καθώς η επαρκής θεραπεία μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξή της, προλαμβάνοντας την ανάγκη για σοβαρή ιατρική παρέμβαση, αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση ή ακόμη και μεταμόσχευση νεφρού. Σε πρώιμο στάδιο η διάγνωση της ΧΝΝ μπορεί να γίνει με τις συνήθεις εξετάσεις ούρων ή αίματος».
Ακόμη, συμπλήρωσε ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση και ο σακχαρώδης διαβήτης είναι οι πιο συνήθεις αιτίες της ΧΝΝ, αποτελώντας το αίτιο σε >50% των περιπτώσεων ΧΝΝ Τελικού Σταδίου στις περισσότερες χώρες. Επίσης, ανέφερε ότι προληπτικός έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας δε συστήνεται διεθνώς σε όλα τα άτομα, αλλά σε εκείνα που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη της νόσου. Συγκεκριμένα, έλεγχος της νεφρικής λειτουργίας συστήνεται στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή μεταβολικό σύνδρομο και με αρτηριακή υπέρταση, στα άτομα με οικογενειακό ιστορικό νεφρικής νόσου, στους παχύσαρκους, στους καπνιστές, στα άτομα ηλικίας > 50 ετών και τέλος, στα άτομα με καταγωγή από την Αφρική, την Ασία και τη Νέα Ζηλανδία. Όσον αφορά δε στα παιδιά με οικογενειακό ιστορικό νεφρικής νόσου, με ιστορικό παθολογικού προ- ή περι-γεννητικού υπερηχογραφήματος νεφρών, εκείνα που εμφανίζουν μειωμένη ανάπτυξη, δυσλειτουργία ούρησης ή παθολογικά ευρήματα από τα ούρα, καθώς και εκείνα που γεννήθηκαν πρόωρα ή με χαμηλό βάρος γέννησης, πρέπει να ελέγχονται για παρουσία νεφρικής νόσου. Επιπλέον, τόνισε την εξαιρετική σημασία του ελέγχου όλων των ατόμων, και ιδιαίτερα των παιδιών, που ανήκουν στις παραπάνω ομάδες υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη ΧΝΝ, δεδομένου ότι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, καθώς και η κατάλληλη παρακολούθηση, είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες για θετική έκβαση και αποτροπή ανάπτυξης ΧΝΝ Τελικού Σταδίου και των σοβαρών επιπλοκών που σχετίζονται με τη νόσο, μεταξύ των οποίων είναι και ο πρόωρος θάνατος των ασθενών αυτών κυρίως από καρδιαγγειακά αίτια (στεφανιαία νόσος, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο).
Aξιοσημείωτο είναι ότι το 2016, καταγράφηκαν στην Ελλάδα 10.453 ασθενείς που υποβάλλονταν σε αιμοκάθαρση σε 164 κέντρα αιμοκάθαρσης, 713 ασθενείς που υποβάλλονταν σε περιτοναϊκή κάθαρση σε 33 μονάδες περιτοναϊκής κάθαρσης και 2.651 μεταμοσχευμένοι σε 5 μεταμοσχευτικά κέντρα. Παράλληλα, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Νεφρολογικής Εταιρείας (ERA–EDTA) στην οποία αποστέλλουν τα ατομικά στοιχεία των ασθενών οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης, το 2015 ο αριθμός των ασθενών που εντάχθηκαν σε αιμοκάθαρση στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα υψηλός, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες (194 ασθενείς/εκατομμύριο πληθυσμού), καθώς και η συχνότητα του σακχαρώδη διαβήτη ως αιτίου ΧΝΝ Τελικού Σταδίου (60 ασθενείς/εκατομμύριο πληθυσμού). Αντίθετα, δυστυχώς ο αριθμός των ασθενών που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση νεφρού, η οποία προσφέρει στους ασθενείς με ΧΝΝ Τελικού Σταδίου καλύτερη ποιότητα ζωής και μεγαλύτερη επιβίωση σε σύγκριση με την αιμοκάθαρση ή την περιτοναϊκή κάθαρση, ήταν από τους χαμηλότερους (11 ασθενείς/εκατομμύριο πληθυσμού).
Ο κ. Μπαμίχας από την πλευρά του, υπογράμμισε ότι ο αριθμός των γυναικών παγκοσμίως, που πάσχουν από ΧΝΝ ανέρχεται σε 195 εκατομμύρια και σήμερα, η νόσος αποτελεί την 8η κύρια αιτία θανάτου, όντας υπεύθυνη για 600.000 θανάτους ετησίως. Ο κίνδυνος για ανάπτυξη ΧΝΝ στις γυναίκες είναι τουλάχιστον τόσο υψηλός, όσο και στους άνδρες ή και ακόμη μεγαλύτερος. Έτσι, σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, η ΧΝΝ είναι περισσότερο πιθανό να εμφανιστεί στις γυναίκες με μέση επίπτωση 14%, ενώ στους άνδρες είναι 12%. Εντούτοις, ο αριθμός των γυναικών με Χρόνια Νεφρική Νόσο Τελικού Σταδίου που βρίσκονται σε θεραπεία υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με Τεχνητό Νεφρό, είναι μικρότερος από εκείνον των ανδρών. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην βραδύτερη εξέλιξη της νόσου στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες, σε κοινωνικούς και πολιτιστικούς φραγμούς, στην ελλιπή ενημέρωση και στην άνιση πρόσβαση στην περίθαλψη σε ορισμένες χώρες.
Ταυτόχρονα, σημείωσε ότι «ορισμένα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και το συστηματικό σκληρόδερμα, προσβάλλουν συνήθως τις γυναίκες και χαρακτηρίζονται από συστηματική φλεγμονή, που οδηγεί σε δυσλειτουργία των οργάνων-στόχων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι νεφροί». Ακόμη, τόνισε τους 8 κανόνες, οι οποίοι ισχύουν γενικά για όλα τα άτομα κάθε ηλικίας και φυλής, οι οποίοι εάν ακολουθηθούν μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της συχνότητας ανάπτυξης Χρόνιας Νεφρικής Νόσου. Οι κανόνες αυτοί είναι: Καθημερινή άσκηση και διατήρηση καλής φυσικής κατάστασης, έλεγχος επιπέδων σακχάρου στο αίμα σε τακτά διαστήματα, παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης, υγιεινή διατροφή και έλεγχος του σωματικού βάρους, πρόσληψη υγρών και επαρκής ενυδάτωση, αποφυγή καπνίσματος και αποφυγή λήψης μη-συνταγογραφούμενων φαρμάκων.
Επιπλέον, ανέδειξε τη στρατηγική όσον αφορά στην αντιμετώπιση της ΧΝΝ, μέσα από την κοινωνική πολιτική κατά των διακρίσεων, την πολιτική δημόσιας υγείας με πρόγραμμα επαγρύπνησης, καταγραφής και κατευθυντήριες οδηγίες και την πολιτική έρευνας και καινοτομίας. Τέλος, παρουσίασε συγκεκριμένες προτάσεις δράσεων, όπως τη δημιουργία υποδομών για εκπαίδευση προσωπικού, την ανάπτυξη πολυδύναμων κέντρων για έρευνα και κλινική φροντίδα, την καθιέρωση έρευνας και μελέτης σε περιφερειακό επίπεδο, την εντατική και στοχευμένη συνεργασία μεταξύ των ειδικοτήτων και ιατρικών εταιρειών και την υποστήριξη από την Πολιτεία.
Τέλος, ο κ. Αποστόλου αναφέρθηκε στην κύηση η οποία είναι δυνατόν να αποτελέσει την ευκαιρία για διάγνωση Χρόνιας Νεφρικής Νόσου η οποία ήταν ασυμπτωμτική. Από την άλλη πλευρά, επισήμανε ότι η ΧΝΝ αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για μειωμένη γονιμότητα και για αρνητική έκβαση της κύησης τόσο για τη μητέρα, όσο και για το έμβρυο. Επίσης, οι παραπάνω κίνδυνοι αυξάνουν την επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας και έτσι, η εγκυμοσύνη στις γυναίκες που πάσχουν από ΧΝΝ προχωρημένου σταδίου είναι μία ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση με υψηλά ποσοστά εμφάνισης υπερτασικών διαταραχών και πρόωρων τοκετών. Οι γυναίκες που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση, έχουν συνήθως μειωμένη γονιμότητα, αλλά η σύλληψη είναι δυνατή, μολονότι σπάνια. Στις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε επιτυχημένη μεταμόσχευση νεφρού, η γονιμότητα μπορεί να αποκατασταθεί, όπως και οι πιθανότητες για επιτυχημένη έκβαση της εγκυμοσύνης. Υπάρχει σαφής ανάγκη για μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των γυναικών σχετικά με τη ΧΝΝ κατά την εγκυμοσύνη, προκειμένου να αναγνωριστεί έγκαιρα και να παρακολουθηθούν καλύτερα κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη. Επιπλέον, συμπλήρωσε ότι η προεκλαμψία, μια επιπλοκή που παρατηρείται στο 3 έως 10% του συνόλου των κυήσεων, αποτελεί κύρια αιτία μητρικής νοσηρότητας και θνητότητας και αυξάνει τον κίνδυνο για ανάπτυξη οξείας νεφρικής βλάβης κατά την κύηση, αλλά και αρτηριακής υπέρτασης, Χρόνιας Νεφρικής Νόσου και καρδιαγγειακών νοσημάτων μεταγενέστερα στη ζωή της γυναίκας. Εκτός από τους κινδύνους για τη μητέρα, η προεκλαμψία σχετίζεται με ενδομήτριο και περιγεννητικό θάνατο, πρόωρο τοκετό και καθυστέρηση της ενδομήτριας ανάπτυξης του εμβρύου. Μακροχρόνια, τα πρόωρα και μικρά για την ηλικία της κύησης νεογνά είναι σε κίνδυνο για ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη, μεταβολικού συνδρόμου, καρδιαγγειακών νοσημάτων και Χρόνιας Νεφρικής Νόσου στην ενήλικη ζωή τους.