Οι καρκινικοί δείκτες είναι ουσίες που μπορεί να ανιχνευθούν και να μετρηθούν σε διάφορα βιολογικά υγρά (αίμα, ούρα, πλευριτικό υγρό, ασκητικό υγρό, εγκεφαλονωτιαίο υγρό). Κατ’ επέκταση, καρκινικοί δείκτες μπορεί να είναι ογκογονίδια ή προϊόντα τους όπως τονίζει ο κ. Δημοσθένης-Βασίλειος Σκάρλος Παθολόγος-Ογκολόγος, που μπορεί να προσδιορισθούν με ανοσοϊστοχημικές και μοριακές τεχνικές. Έτσι καρκινικοί δείκτες μπορεί να είναι αντιγόνα του όγκου, ένζυμα, διάφορες πρωτεϊνες, μεταβολίτες, ογκογονίδια και προϊόντα ογκογονιδίων.
Σκοπός του προσδιορισμού τους είναι:
• η ανίχνευση του όγκου και πιθανά της πρωτοπαθούς εστίας
• η δυνατότητα εκτίμησης του νεοπλασματικού φορτίου
• η παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία
• η πρόγνωση (prognostic factor) και η πρόβλεψη (predictive factor) της έκβασης της νόσου.
Η ανίχνευση και ο προσδιορισμός των καρκινικών δεικτών μπορεί να είναι χρήσιμη:
1. στο μαζικό πληθυσμιακό έλεγχο (screening)
2. στον εντοπισμό ομάδων υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου
3. στη διάγνωση του καρκίνου
4. στην επιβεβαίωση της ιστολογικής εξέτασης
5. στη πρόγνωση της πορείας της καρκινικής νόσου
6. στη πρόβλεψη της ανταπόκρισης του καρκίνου
7. στην έγκαιρη ανίχνευση της υποτροπής
8. στην κατανόηση της φυσικής ιστορίας του καρκίνου
9. στην απεικόνιση του καρκίνου (π.χ. ραδιοσημασμένα μονοκλωνικά αντισώματα) και τέλος
10. ορισμένοι καρκινικοί δείκτες π.χ. μονοκλωνικά αντισώματα μπορεί να χρησιμοποιηθούν στη θεραπεία του καρκίνου είτε σαν μη-οπλισμένα, είτε σαν οπλισμένα (με ραδιοϊσότοπα, τοξίνες ή κυτταροτοξικά φάρμακα) ή σαν γονιδιακή θεραπεία.
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η αξιολόγιση των καρκινικών δεικτών στη καθημερινή κλινική πράξη χρειάζεται να συνειδητοποιιηθούν ορισμένοι όροι :
1. Ευαισθησία (sensitivity)
Η αναλογία των αληθώς θετικών tests στο σύνολο των ατόμων που πάσχουν π.χ. ευαισθησία 90% σημαίνει ότι στους 100 πάσχοντες οι 90 είχαν το test θετικό.
2. Ειδικότητα (specificity)
Η αναλογία των αληθώς αρνητικών tests στο σύνολο των μη πασχόντων π.χ. ειδικότητα 90% σημαίνει ότι στους 100 μη πάσχοντες οι 90 είχαν αρνητικό test.
3. Θετική προγνωστική αξία (positive predictive value)
Η αναλογία των αληθώς θετικών τιμών προς το σύνολο των θετικών ευρημάτων.
4. Αρνητική προγνωστική αξία (negative predictive value)
Η αναλογία των αληθώς αρνητικών τιμών προς το σύνολο των αρνητικών ευρημάτων.
Τα καρκινικά αντιγόνα που μπορεί να χρησιμεύουν σαν καρκινικοί δείκτες διακρίνονται σε τρεις τάξεις :
Ταξη Ι: απολύτως ειδικά αντιγόνα του συγκεκριμένου μοναδικού κακοήθους νεοπλάσματος που δεν ανευρίσκονται σε άλλα αντίστοιχα νεοπλάσματα ούτε στους φυσιολογικούς ιστούς.
(π.χ. ιδιότυπος ανοσοσφαιρινών στα Β-λεμφώματα)
Ταξη ΙΙ: ανευρίσκονται σε ορισμένους τύπους νεοπλασμάτων όχι όμως στους φυσιολογικούς ιστούς. Είναι σχεδόν ειδικά των κακοήθων νόσων
(π.χ. αντιγόνα του ιού της ηπατίτιδας Β στον ηπατοκύτταρο καρκίνο).
Τάξη ΙΙΙ: περιλαμβάνει τη μέγιστη πλειοψηφία των μέχρι τώρα γνωστών αντιγόνων που δεν είναι ειδικά των όγκων (non-tumor specific) αλλά σχετίζονται με αυτούς (tumor-associated) όπως επίσης με τους αντίστοιχους φυσιολογικούς ιστούς και όργανα (organ or tissue specific).
Τα αντιγόνα της τάξης ΙΙΙ ταξινομούνται παραπέρα σε :
α. Ογκο-εμβρυϊκά αντιγόνα
(καρκινο-εμβρυϊκό αντιγόνο CEA, άλφα-φετοπρωτεϊνη AFR)
β. Έκτοπες ορμόνες
(αντιδιουρητική, παραθορμόνη, καλσιτονίνη)
γ. Πλακουντιακές πρωτεϊνες
(πλακουντιακή αλκαλική φωσφατάση PLAR, β-χοριακή γοναδοτροπίνη β-HCG, ανθρώπινο πλακουντιακό λακτογόνο)
δ. Ένζυμα
(προστατική οξίνη φωσφατάση PAP, γαλακτική δεϋδρογονάση LDH, ειδική ενόλαση του νευρώνα NSE)
ε. Πρωτεϊνη όρου
(ανοσοσφαιρίνες)
στ. Διάφορα
(πολυαμίνες, φερριτίνη, υδροξυ-προλίνη, κατεχολαμίνες)
Τα κριτήρια για να θεωρηθεί ένας δείκτης ιδανικός είναι :
1. Να παράγεται κατά τεκμήριο από τα καρκινικά κύτταρα
2. Να είναι εύκολα ανιχνεύσιμος και με σχετικά μικρό κόστος στα διάφορα βιολογικά υγρά.
3. Να μην ανευρίσκεται στα φυσιολογικά άτομα ή στις καλοήθεις παθήσεις
4. Να ανιχνεύεται πάντα και πρώιμα με την ανάπτυξη του όγκου (screeninig test)
5. Η συγκέντωση του, να αντανακλά το υφιστάμενο νεοπλασματικό φορτίο
6. Να ανιχνεύεται ακόμη και επί ύπαρξης μη-κλινικώς εμφανούς νόσου
7. Τα επίπεδα του να σχετίζονται ικανοποιητικά με τα αποτελέσματα της αντινεοπλασματικής θεραπείας
Τονίζεται ότι κανένας δείκτης δεν ικανοποιεί τις παραπάνω προϋποθέσεις.
Όταν αξιολογείται ένας καρκινικός δείκτης μελετούνται διάφορα στοιχεία όπως:
1. Ιστορία- Βιολογία : δηλαδή η χημική του σύσταση, ο χρόνος ημιδιπλασιασμού του στον ανθρώπινο οργανισμό και οι πιθανές διασταυρούμενες αντιδράσεις με άλλες ουσίες
2. Ο κλινικός ιατρός οφείλει να γνωρίζει τις μεθόδους προσδιορισμού του, ώστε να μπορεί να τον αξιολογίσει κατάλληλα
3. Τρόπος λήψεως, παρασκευής και συντήρησης του βιολογικού υλικού στο οποιό θα προσδιορισθεί δείκτης
4. Η αξιολόγηση του δείκτου προυποθέτει τη γνώση της φυσικής ιστορίας και βιολογικής συμπεριφοράς, της συχνότητας όγκου και τα κλινικά χαρακτηριστικά του όγκου. Τέλος ο δείκτης αξιολογείται σε συνάρτηση με τα λοιπα εργαστηριακά ευρήματα.
Η χρήση των καρκινικών δεικτών στο μαζικό πληθυσμιακό έλεγχο για πρώιμη ανίχνευση καρκίνου (screeninig test), παρά τα αρχικά υποσχόμενα, δεν φάνηκε να δικαιώνεται. Παρά ταύτα,
• Η χρήση του προστατικού ειδικού αντιγόνου (PSA) στη πρώιμη διάγνωση του καρκίνου σε συνδυασμό ή όχι με δακτυλική εξέταση και διορθικό υπερηχόγραμμα και
• Η χρήση του CA125 σε συνδυασμό με διακολπικό υπερηχόγραμμα γεννητικών οργάνων σε ομάδες υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου ωοθηκών και
• Ο προσδιορισμός των ογκογονιγίων BRCA1 και BRCA2 σε γυναίκες υψηλού κινδύνου για ανάπτυξη κληρονομικού καρκίνου ωοθηκών φαίνεται να έχουν θέση.
ΝΕΟΠΛΑΣΜΑΤΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ
Καρκίνος ουροποιογεννητικού Νεφρός – Κύστη: CEA, TPA, CA 19-9, TATI
Προστάτης: PSA, PAP, TPA, TATI
Όρχις: AFR, b-HCG, LDH, TATI
Καρκίνος Κεφαλής-Τραχήλου: CEA, SCC, TATI
Καρκίνος Θυροειδούς TG, Καλσιτονίνη: TPA, TATI
Λεύμφωμα- Λευχαιμίας: B2-μικροσφαιρίνη, φερριτινη, ινωδογόνο, LDH, θυμιδίνη-κινάση
Νευροβλάστωμα: NSE,VMA, Κατεχολαμίνες
Η πιο σημαντική και ευρέως αποδεκτή συμβολή των καρκινικών δεικτών επι του παροντος φαινέται να είναι στη παρακολούθηση του αποτελέσματος της θεραπείας. Ωστόσο πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι αναφερθέντες περιορισμοί. Λόγω της ετερογενούς αντιγονικής έκφρασης στον όγκο και στις μεταστάσεις είναι φανερό ότι δεν υπάρχει απόλυτος συσχετισμός μεταξύ συγκεντρώσεων του δείκτου και βιώσιμου νεοπλασματικού φορτίου.
Η συμβολή των καρκινικων δεικτών στη σταδιοποίηση και στη πρόγνωση του καρκίνου είναι περιορισμένη γιατί συνήθως οι δείκτες εκφράζονται σε προχωρημένα στάδια, ενώ δεν έχει αποδειχθεί καθοριστική συσχέτιση μεταξύ σταδίου και συγκεντρώσεων του δείκτου. Τέλος, αν και γενικότερα, δεν υπάρχει καθοριστική συσχέτιση μεταξύ δεικτών και πρόγνωσης, ορισμένα ογκογονίδια, όπως το Her-2/New (c-erb-2) στο καρκίνο μαστού, φαίνεται να καθορίζουν ουσιαστικά τη πρόγνωση της νόσου.
Ορισμένοι από τους δείκτες, μπορεί σήμερα να σημανθούν με ραδιοϊσότοπα και να χορηγηθούν στους ασθενείς που εκφράζουν τον συγκεκριμένο δείκτη με σκοπό την εκτελεστική απεικόνιση της πρωτοπαθούς εστίας και, κυρίως, μη ορατών με συμβατικά μέσα απεικόνισης μεταστατικών εστιών.
Τέλος διάφοροι καρκινικοί δείκτες, κύρια μονοκλωνικά αντισώματα, μπορεί να χορηγηθούν είτε ασύνδετα είτε οπλισμένα με ραδιοισότοπα, τοξίνες ή κυτταροτοξικά φάρμακα με σκοπό την εκλεκτική καταστροφή των νεοπλασματικών στοιχείων. Έτσι π.χ. η υπερέκφραση του ογκογονιδίου Her-2/New συνδέεται με ιδιαίτερα δυσμενή πρόγνωση στους ασθενείς με καρκίνο μαστού. Εναντίον της πρωτεϊνης του Her-2/New που λειτουργει σαν υποδοχέας αυξητικών παραγόντων, έχει παραχθεί το ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα Trastuzumab (Herceptin) που είναι εξαιρετικά δραστικό στο καρκίνο μαστού που εκφάζει το Her-2/New.