Τα παραδοσιακά πασχαλινά έθιμα είναι πιθανό να δημιουργήσουν φοβικές συναισθηματικές αντιδράσεις σε κάποια παιδιά, ακόμα και σε επίπεδο φοβίας. Η φοβία είναι ένας υπερβολικός φόβος, αδικαιολόγητος, ανεξήγητος και δυσανάλογος προς την αιτία που τον προκαλεί. Σε αντίθεση, ο φόβος είναι μία φυσιολογική αντίδραση που θέτει τον ανθρώπινο οργανισμό σε κατάσταση συναγερμού για να αντιμετωπίσει το ερέθισμα που απειλεί την προσωπική του ασφάλεια.
Όπως τονίζει η κα Καραδημήτρη Ευτυχία, Ψυχολόγος-Παιγνιοθεραπεύτρια, ΜΑ και το Κέντρο Διάγνωσης και Θεραπείας “Τέχνη του Λόγου”, είναι πιθανό ένα παιδί που πρόσφατα έχει χάσει κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο να επηρεαστεί έντονα από την ημέρα του Επιταφίου και της Ανάστασης, ξυπνώντας αναμνήσεις αλλά και γεμίζοντας προσδοκίες για την ανάσταση και του δικού του αγαπημένου προσώπου. Μία απρόσεκτη κίνηση με τα αναμμένα κεριά και τις λαμπάδες μπορεί να φοβίσει κάποιο παιδί, δημιουργώντας του αργότερα διάχυτο άγχος. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τους δυνατούς κρότους των βεγγαλικών που συνήθως τρομάζουν τα μικρά παιδιά ενώ παίζουν ανέμελα στο προαύλιο της εκκλησίας. Το παραδοσιακό σούβλισμα του αρνιού μπορεί να ερμηνευθεί από κάποια παιδιά ως βίαιη και άκαρδη πράξη προς το συγκεκριμένο ζωάκι, κυρίως εάν αυτό κατείχε ρόλο «κατοικίδιου» για κάποια παιδιά της επαρχίας.
Η ιδιοσυγκρασία του παιδιού, η εγγενής ευαισθησία του αυτόνομου νευρικού του συστήματος, τα προσωπικά του βιώματα και οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι παράγοντες που καθιστούν κάποια παιδιά πιο ευάλωτα από άλλα, ακόμα και προς τα ίδια εξωτερικά ερεθίσματα.
Αρχικά πρέπει να αναλογιστούμε το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται το παιδί, καθώς κάποιοι παιδικοί φόβοι είναι φυσιολογικοί και παροδικοί με την ηλικία, όπως ο φόβος για τους δυνατούς και απροσδόκητους θορύβους στα νήπια.
Συχνά η έγκαιρη προετοιμασία και ενημέρωση των παιδιών για τα έθιμα του Πάσχα μπορεί να προλάβει φοβικές αντιδράσεις. Η ανοιχτή επικοινωνία, στο επίπεδο που κατανοεί το παιδί, μειώνει τα ξαφνικά και απροσδόκητα ερεθίσματα. Γνωρίζοντας τι να περιμένει, το παιδί μπορεί να ελέγξει το φοβικό ερέθισμα και να προετοιμάσει δεξιότητες αντιμετώπισής του. Επομένως, το εξωτερικό περιβάλλον βιώνεται ως λιγότερο απειλητικό.
Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται στα νέα ερεθίσματα, καθώς και σε ό,τι δημιουργεί μεγαλύτερη δυσκολία στο κάθε παιδί. Για παράδειγμα, εάν η οικογένεια σκοπεύει να περάσει το Πάσχα σε έναν νέο τόπο, πρέπει οι γονείς να ενημερωθούν για τα έθιμα του συγκεκριμένου τόπου και να προετοιμάσουν το παιδί. Αντίστοιχα, σε ένα παιδί που βιώνει πένθος πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι η Ανάσταση είναι ένα μεμονωμένο θείο γεγονός και όχι κάτι που συμβαίνει σε όσους πεθαίνουν.
Είναι σημαντικό ο ενήλικας που έχει αναλάβει το ρόλο του «πομπού» στην επικοινωνία και ενημέρωση του παιδιού να γίνεται και σωστός «δέκτης» των λεκτικών και μη λεκτικών αντιδράσεων του παιδιού. Αν διαισθανθεί οποιαδήποτε αμηχανία, αγωνία ή φόβο πρέπει να πλησιάσει το παιδί και να ακούσει προσεκτικά τι σκέφτεται, τι νιώθει και τι θέλει να κάνει. Η αγνόηση των φόβων ή ο εξαναγκασμός για επαφή με το φοβικό αντικείμενο δεν είναι ποτέ βοηθητικά. Αντίθετα, αυτό που είναι συχνά αποτελεσματικό είναι η αναδόμηση του τρόπου που το παιδί αντιλαμβάνεται ή ερμηνεύει ένα γεγονός. Σκέψεις που δημιουργούν άγχος και φόβο στο παιδί μπορούν να αντικατασταθούν με πιο βοηθητικές. Για παράδειγμα, ένα παιδί που φοβάται ή κλαίει για το σούβλισμα του αρνιού μπορεί να βοηθηθεί, εάν κάποιος του εξηγήσει περιγραφικά την αλυσίδα της φύσης – «κάποια ζώα περνάνε όλη τους τη ζωή με στόχο να γίνουν όσο το δυνατόν πιο λαχταριστά, προκειμένου να τα διαλέξουν οι άνθρωποι για το πασχαλινό τους γλέντι!»
Οι φοβικές αντιδράσεις είναι συχνά αποτέλεσμα μάθησης. Το παιδί, δηλαδή, μαθαίνει να αντιδρά με φόβο σε συγκεκριμένα ερεθίσματα εξαιτίας προηγούμενης εμπειρίας, λόγω μίμησης αντιδράσεων που βλέπει από άλλους, ή απλώς και μόνο γιατί έχει ακούσει για τους φόβους των άλλων. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να προσέχουν οι γονείς τις δικές τους αντιδράσεις και συζητήσεις παρουσία των παιδιών.
Η ισορροπία ανάμεσα στην ελευθερία και την υπερ-προστασία είναι σημαντική για την πρόληψη των παιδικών φοβιών. Οι υπερ-προστατευτικοί γονείς στοχεύοντας στην προφύλαξη του παιδιού συχνά περνούν το μήνυμα ότι απειλές και κίνδυνοι παραμονεύουν παντού. Αντίστοιχα, η πλήρης ανοχή εκ μέρους των υπερ-ανεκτικών γονέων μπορεί να δημιουργήσει φόβους και άγχη, καθώς χωρίς εξωτερικά όρια ο κόσμος είναι πιο απειλητικός και ο εαυτός πιο ανασφαλής.
Είναι σημαντικό τα παιδιά να μην απομακρύνονται πολύ από τους γονείς. Η σωματική εγγύτητα δημιουργεί ασφάλεια και μπορεί να βοηθήσει το γονέα να παρέμβει άμεσα και να καθησυχάσει το παιδί. Ό,τι και να συμβεί αν ο γονέας διατηρήσει τη δική του ηρεμία και ψυχραιμία ερχόμενος σε επαφή με το παιδί μπορεί να του τη μεταδώσει και να το ηρεμήσει. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό οι γονείς να ακούσουν την ιστορία του παιδιού. Αν ο φόβος είναι παράλογος μπορούν να καθησυχάσουν το παιδί ότι δεν κινδυνεύει και να το βοηθήσουν να φέρει στη σκέψη του κάτι ευχάριστο που το ηρεμεί. Αν ο φόβος είναι πραγματικός πρέπει να δράσουν με στόχο την προστασία του παιδιού.
Οι φοβικές αντιδράσεις που επηρεάζουν σημαντικά και για μεγάλο διάστημα την καθημερινή ζωή του παιδιού, προκαλώντας αναστάτωση στη λειτουργικότητα, τη συμπεριφορά και τη συναισθηματική του ισορροπία χρήζουν προσοχής και αντιμετώπισης, καθώς μπορεί να κρύβουν και άλλες συναισθηματικές δυσκολίες.
Η παιγνιοθεραπεία είναι μία μέθοδος ψυχοθεραπείας στα παιδιά που χρησιμοποιεί τον αυθόρμητο τρόπο έκφρασης του παιδιού, το παιχνίδι και τη ζωγραφική, προκειμένου να το βοηθήσει να εκφράσει και να επεξεργαστεί τόσο τα γεγονότα που του δημιουργούν φόβο και άγχος, όσο και τις συναισθηματικές και γνωστικές διεργασίες που κάνει για αυτά.