Βρετανοί ερευνητές ανακοίνωσαν ότι δημιούργησαν μια νέα αιματολική εξέταση που μπορεί, για πρώτη φορά, να προβλέψει την επανεμφάνιση του καρκίνου του μαστού, μήνες πριν τον εντοπισμό των καρκινικών όγκων με απεικονιστικά μέσα.
Όπως αναφέρεται σε σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Science Translational Medicine, το νέο τεστ, που βασίζεται στον εντοπισμό του καρκινικού DNA στο αίμα της ασθενούς, είναι ικανό να εντοπίσει ακόμα και μικρό αριθμό καρκινικών κυττάρων που έχουν αναπτύξει αντίσταση στη θεραπεία.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ερευνών για τον Καρκίνο (ICR) του Λονδίνου και του Βασιλικού Ιδρύματος Marsden, με επικεφαλής Δρ Νίκολας Τέρνερ, πιστεύουν ότι η νέα εξέταση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την έγκαιρη χρήση «υγρών» βιοψιών (και όχι βιοψιών σε ανεπτυγμένους συμπαγείς όγκους), γεγονός που θα βοηθήσει καθοριστικά στην παρακολούθηση και θεραπεία της νόσου. Επιπλέον, οι ασθενείς θα απαλλαγούν από την ανάγκη για τη διενέργεια των επεμβατικών βιοψιών.
Η εξέταση βασίζεται στην ανάλυση δειγμάτων αίματος για να εντοπίσει έγκαιρα τις τυχόν μεταλλάξεις στο DNA των καρκινικών κυττάρων, που μπορεί να αποβούν μοιραίες για την ασθενή, έτσι ώστε να προσαρμοσθεί ανάλογα η θεραπευτική αγωγή. Όσο νωρίτερα γίνεται η διάγνωση της υποτροπής, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αποφευχθεί μέσω έγκαιρης χημειοθεραπείας η εξάπλωση (μετάσταση) του καρκίνου.
Οι ερευνητές έλεγξαν την αξιοπιστία του τεστ λαμβάνοντας δείγματα συμπαγών όγκων και αίματος από 55 γυναίκες με καρκίνο του μαστού αρχικού σταδίου, που είχαν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία μετά τη χειρουργική αφαίρεση του όγκου και οι οποίες είχαν δυνητικά θεραπευθεί.
Το τεστ απεδείχθη ικανό να προβλέψει με αρκετά μεγάλη ακρίβεια ποιά ασθενής θα εμφάνιζε υποτροπή (12 από τις 15 που τελικά υποτροπίασαν μεταξύ των 55), κατά μέσο όρο 7,9 μήνες πριν γίνουν και πάλι ορατοί οι όγκοι.
Η ανίχνευση του υποτροπιάσαντος καρκίνου είναι εφικτή σε όλα τα όργανα του σώματος, εκτός του εγκεφάλου (αυτό συνέβη στις υπόλοιπες τρεις γυναίκες από τις 15 που υποτροπίασαν). Υπήρξε και μία περίπτωση ψευδώς θετικού αποτελέσματος, δηλαδή ανιχνεύθηκε υποτροπή, χωρίς όμως αυτό να έχει συμβεί πραγματικά.
Το τεστ -το κόστος του οποίου παραμένει άγνωστο- μπορεί να εφαρμοσθεί σε όλες τις επί μέρους κατηγορίες καρκίνου του μαστού. Οι επιστήμονες πάντως ξεκαθαρίζουν ότι θα χρειαστούν μερικά χρόνια ακόμη, ωσότου το τεστ είναι έτοιμο για ευρεία χρήση. Όμως, το 2016 θα ξεκινήσουν μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές.